Ο εκφοβισμός (ή μπούλινγκ, αγγλ. bullying) αναφέρεται στη σωματική και ψυχολογική κακοποίηση ή μείωση ασθενέστερων ατόμων σε μια ομάδα. Παρά την εντύπωση ορισμένων ότι αποτελεί αποκλειστικά σχολικό φαινόμενο, στην πραγματικότητα εμφανίζεται σε όλες τις ηλικίες και τις κοινωνικές ομάδες. Μπορεί να συναντηθεί σε οποιοδήποτε τύπο σχολείων και σχολικών εγκαταστάσεων, στον στρατό, σε αθλητικά σωματεία, στη φυλακή, αλλά και στην οικογένεια ή στο χώρο εργασίας (ανάλογα με το αν αφορά τον προϊστάμενο ή το αφεντικό, μιλάμε για ηθική παρενόχληση ή τοξικό ηγέτη). Είναι μια μορφή κακοποίησης ή εξαναγκασμού. Το θύμα του εκφοβισμού αναφέρεται και ως στόχος.
Η Παγκόσμια Οργάνωση Υγείας έχει αποκαλέσει το μπούλινγκ «μείζον πρόβλημα δημόσιας υγείας» στα σχολεία, τους εργασιακούς χώρους, τους φίλους, γνωστούς, την οικογένεια, και γενικότερα στην κοινωνία και ιδιαίτερα εκεί που απαντούν μειονότητες ατόμων με διαφορετικούς προσανατολισμούς, πολιτικές τάξεις, συνήθεις, τρόπο ζωής, σεξουαλικότητα, ντροπή ή άλλους. Είναι επίσης αλήθεια ότι οι μειονότητες και οι άνθρωποι με σωματικές αναπηρίες ή πνευματικές υστερήσεις πέφτουν συχνά θύματα επανειλημμένου bullying, απομόνωσης και άλλων κακοποιήσεων.
Και η πολιτική πίεση μπορεί να εκληφθεί ως εκφοβισμός (η επιγραφή αναγράφει «Σταματήστε τον εκφοβισμό της Σερβίας»)
Η αγγλική λέξη bully (στα ελληνικά αποδίδεται νταής) χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά στη δεκαετία του 1530 και αποτελούσε προσφώνηση τρυφερότητας αναφερόμενη και στα δύο φύλα. Προέρχεται μάλλον από την ολλανδική λέξη boel που σημαίνει «εραστής – αδελφός» και είναι υποκοριστικό του μέσου ολλανδικού broeder «αδελφός». Η λέξη υπέστη σημασιολογική δείνωση στα μέσα του 17ου αιώνα, αποκτώντας τη σημασία «καυχησιάρης», «αυτός που παρενοχλεί τους αδύναμους», πιθανώς με παρετυμολογική επίδραση της λέξης bull «ταύρος». Πιθανοί ενδιάμεσοι κρίκοι σε αυτή την αλυσίδα θα ήταν οι σημασίες «εραστής», «τυχοδιώκτης» και «προστάτης πόρνης», η δε σημασία «νταής» μαρτυρείται από το 1706.
Στο παρελθόν, στην αμερικανική κουλτούρα, ο όρος έχει χρησιμοποιηθεί με διαφορετικό τρόπο, για να δηλώσει θαυμασμό / προτροπή, κυρίως σχετίζεται με τον Θίοντορ Ρούσβελτ.
Η λέξη εκφοβισμός στη γαλλική γλώσσα ονομάζεται chicane, που σημαίνει «η κακόβουλη παρενόχληση, ο εκφοβισμός, η παρενόχληση, η δίωξη, η γραφειοκρατική προσήλωση στο γράμμα του νόμου, που γίνεται στον υφιστάμενο ή εις βάρος των πολιτών από τους εκφοβιστές υπαλλήλους που απαιτούν άσκοπα συνέχεια νέα πιστοποιητικά και σφραγίδες, αφήνοντάς τους έτσι να περιμένουν για το τίποτα.» Με αυτήν την έννοια, η λέξη του εκφοβισμού εφαρμόζεται ειδικά σε σχέση με την κατάχρηση εξουσίας και την παρενόχληση σε γραφειοκρατικά συστήματα. Σήμερα χρησιμοποιείται συχνά ως συνώνυμο για την ομάδα με ψυχοτραυματισμό που έχει επισημανθεί για τα επαναλαμβανόμενα βασανιστήρια, την υποδούλωση, την ταπείνωση ή τον περιορισμό ενός ατόμου ή ομάδας από άλλο άτομο ή ομάδα με επιθετικότητα ή χειραγώγηση.
Με τη μεταφορική έννοια, λοιπόν, η λέξη χρησιμοποιείται για να αναφερθεί σε οποιοδήποτε περιορισμό των ασθενέστερων ατόμων από ισχυρότερα.
Είδη εκφοβισμού
Ο εκφοβισμός περιλαμβάνει τρία βασικά είδη κακοποίησης – συναισθηματική, λεκτική και σωματική. Συνήθως, πρόκειται για ανεπαίσθητες μεθόδους εξαναγκασμού όπως η ψυχολογική χειραγώγηση.
Τα είδη του εκφοβισμού είναι πολύ διαφορετικά, καθώς και οι μέθοδοι με τα οποία εφαρμόζονται. Σε γενικές γραμμές, ο επιτιθέμενος έχει πάνω στο θύμα σωματική ή αριθμητική υπεροχή. Οι συνέπειες του εκφοβισμού αφορούν όλους τους εμπλεκόμενους σε βάθος χρόνου, αλλά το μεγαλύτερο αντίκτυπο έχει βέβαια στο θύμα. Το μπούλινγκ κυμαίνεται από την απλή μορφή εκφοβισμού σε πιο σύνθετες μορφές, στις οποίες ο νταής ενδέχεται να έχει έναν η περισσότερους φίλους που μπορεί να φαίνεται να είναι πρόθυμοι να βοηθήσουν τον «αρχι-νταή» στις δραστηριότητές του. Το νταηλίκι στο σχολικό ή εργασιακό χώρο αναφέρεται και ως ομότιμη κακοποίηση. Είναι ακόμη ένας παράγοντας ώθησης στη μετανάστευση. Ο εκφοβισμός είναι δυνατό να λαμβάνει χώρα μεταξύ κοινωνικών ομάδων, κοινωνικών τάξεων και ακόμη και μεταξύ χωρών (υπερβολική εθνικοφροσύνη, σοβινισμός). Μερικές φορές ως «εκφοβισμός» αναφέρεται επίσης η γραφειοκρατική παρενόχληση και η ανούσια επιβολή περιορισμών ή απαιτήσεων.
Με πληροφορίες από wikipedia