Ο Υπουργός Μετανάστευσης και Ασύλου, κ. Νικόλαος Παναγιωτόπουλος, φιλοξενήθηκε χθες το πρωί στον ΑΝΤ1 και την εκπομπή «Καλημέρα Ελλάδα» με τον Γιώργο Παπαδάκη.
Κατά τη διάρκεια της συνέντευξης, αναφέρθηκε:
Στην επικείμενη συνάντηση με τον Τούρκο Υπουργό Εσωτερικών, Αλί Γερλίκαγια: Είχαμε προσδιορίσει τη μεταξύ μας τηλεφωνική επικοινωνία πριν από έναν, δύο μήνες, ότι μετά τη συνάντηση των ηγετών στη Νέα Υόρκη, δηλαδή του Κυριάκου Μητσοτάκη και του Ερντογάν, θα προσδιορίζαμε μία συνάντηση σε σημείο που θα αποφασίζαμε αυτές τις μέρες. Επισπεύδουμε την επικοινωνία για να το αποφασίσουμε. Θα έρθει ο κ. Γερλίκαγια εδώ;Θα πάω εγώ εκεί;Αυτό θα αποφασιστεί. Όμως νομίζω ότι είναι και ειλημμένη απόφαση και συμπέρασμα από τη συνάντηση Μητσοτάκη – Ερντογάν, ότι θα γίνει άμεσα. Γιατί θεωρώ ότι, αφήνουμε έξω τις γνωστές διαφορές που έχουμε με την τουρκική πλευρά, σε αυτό το πεδίο, της αντιμετώπισης δηλαδή και της διαχείρισης του μεταναστευτικού.Η συνεργασία μεταξύ μας θα είναι αμοιβαία επωφελής και γι’ αυτό πρέπει να εντατικοποιηθεί.
Στη συνολική στάση της Τουρκίας απέναντι στο μεταναστευτικό: Έχουμε δει αλλαγές, είναι γεγονός. Αυτό που έγινε στον Έβρο τον Μάρτιο του 2020, νομίζω ότι πάει και δεν θα ξαναέρθει,. Αντιθέτως, στον Έβρο έχουμε τα απτά αποτελέσματα μίας συνεργασίας μεταξύ Ελλάδας, Τουρκίας και Βουλγαρίας σε τριμερή βάση δηλαδή, που απέφερε και τη μείωση, έστω και οριακά όταν η τάση είναι πολύ αυξητική στις ροές, απέφερε τη μείωση των ροών στον Έβρο. Μπαίνουν λιγότεροι δηλαδή από ό,τι έμπαιναν στο παρελθόν στον Έβρο, διότι είναι αδύνατον να μην μπαίνει κανείς, αλλά μπαίνουν πολύ λιγότεροι. Και η τούτο επειδή οι αρχές των τριών χωρών, και σε επίπεδο επιτελικό με ανώτερους αξιωματικούς και σε επίπεδο επιχειρησιακό, στο πεδίο δηλαδή, συνεργάζονται για να αποτρέψουν τη δραστηριότητα των διακινητών. Από θαλάσσης ασφαλώς και δεν έχουμε τα ίδια αποτελέσματα.
Στην εγκληματική δράστη των διακινητών και στο αν θα αποδώσει η συνεργασία Ελλάδας – Τουρκίας: Κανείς δεν μπορεί να είναι σίγουρος ότι θα αποδώσει, αλλά οφείλουμε να προσπαθήσουμε. Και οι δύο χώρες έχουν να κερδίσουν. Ιδίως όσον αφορά τη μάχη, τον πόλεμο κατά των εγκληματικών οργανώσεων που είναι οι λαθροδιακινητές, οι παράνομοι διακινητές. Διότι το ναυάγιο στη Σάμο, δεν θα συνέβαινε αν ο διακινητής έκανε αυτό που θα έκανε κάθε λογικός ναυτικός και δεν έβγαινε στη θάλασσα με ταχύπλοο και 5-6 μποφόρ. Αλλά δεν τον νοιάζει ο κίνδυνος ζωής στον οποίο θα βάλει αυτούς που μεταφέρει. Αυτούς από τους οποίους πληρώθηκε αδρά για να μεταφέρει απέναντι. Βγαίνεις με το ταχύπλοο που σε συνθήκες νηνεμίας μπορεί να κάνει το ταξίδι από τα μικρασιατικά παράλια μέχρι το πλησιέστερο ελληνικό νησί, σε λίγα λεπτά της ώρας, αν η θάλασσα είναι ήρεμη. Αν όμως επικρατεί θαλασσοταραχή, και το ταχύπλοο όταν αναπτύξει μεγάλη ταχύτηταμπορεί να καταστεί και επικίνδυνο και να καταλήξει σε ναυάγιο, όπως και έγινε οδηγώντας σε θανάτους,. Επομένως εκεί πρέπει να εστιάσουμε τη μάχη και νομίζω ότι αν τα δύο κράτη συγκεντρώσουν τις προσπάθειες τους στη μάχη κατά των εγκληματικών αυτών οργανώσεων, θα έχουν αποτέλεσμα. Πρέπει να συνεργαστούν βέβαια και οι αρχές και από τις δύο πλευρές σε επίπεδο ανταλλαγής πληροφοριών. Κοινές επιχειρήσεις δεν μπορούμε να κάνουμε, μπαίνουν άλλα ζητήματα στη μέση, αλλά από εκεί και πέρα μπορεί να υπάρχει ένας συντονισμός και μία καλύτερη ανταλλαγή πληροφόρησης προκειμένου να προλαμβάνουμε, διότι πλέον τα μέσα αυτής της παράνομης δραστηριότητας έχουν βελτιωθεί, δεν είναι τα φουσκωτά είναι τα ταχύπλοα, είναι οι ταχύτητες, είναι οι δυνατότητες.
Στη στάση της Τουρκίας σχετικά με τις επιστροφές μεταναστών: Είναι γεγονός ότι βάση της συμφωνίας Ευρωπαϊκής Ένωσης – Τουρκίας του 2016, η Τουρκία υποχρεούται να κάνει και επιστροφές. Να παίρνει δηλαδή από την Ευρώπη. Αυτό η Τουρκία δεν το εφαρμόζει από το 2019. Τότε η επίκληση ήταν ο COVID, που εξαπλωνόταν και επομένως ήταν τεχνικά αδύνατο να πραγματοποιηθούν επιστροφές, μετά προέκυψαν και τα γεγονότα στον Έβρο και από τότε η Τουρκία σταμάτησε να κάνει η επιστροφές. Ασφαλώς και είναι ένα θέμα το οποίο πρέπει να μπει στο τραπέζι, όμως αφορά τη συνολική σχέση Τουρκίας και Ευρωπαϊκής Ένωσης. Επομένως, συζητώντας με τους ευρωπαίους εταίρους μας, με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, θέτουμε αυτό το θέμα. Ότι θα πρέπει, ούτε λίγο ούτε πολύ, η Τουρκία να σταθεί συνεπής σε αυτά που έχει συμφωνήσει από το 2016. Από εκεί και πέρα βέβαια, πρέπει να δούμε, μπαίνοντας στη θέση του άλλου, ότι το μεταναστευτικό αποτελεί πρόβλημα για την Τουρκία. Περί τα τρία εκατομμύρια, παράνομοι μετανάστες, πρόσφυγες βρίσκονται στο έδαφος της Τουρκίας. Πρέπει να τους διαχειριστεί, αν ζητά οικονομική βοήθεια από την Ευρωπαϊκή Ένωση, αυτό είναι ένα ζήτημα που πρέπει να δει η Ευρώπη. Αν αυτή η βοήθεια που θα λάβει η Τουρκία, βοηθάει και εμάς, τότε γιατί να μην παρέχουμε καλές διαμεσολαβητικές υπηρεσίες, αφού βοηθάμε προς την επίλυση και το δικού μας προβλήματος; Η συνεργασία νομίζω είναι το κλειδί και θα πρέπει να βρούμε τρόπους να την εντατικοποιήσουμε. Αυτά άλλωστε συμφώνησαν και οι δύο ηγέτες στη Νέα Υόρκη.
Στη στάση των χωρών της Ευρώπης απέναντι στο μεταναστευτικό: Είναι γεγονός ότι αυτά που γίνονται στην Ευρώπη προβληματίζουν και είναι γεγονός ότι αισθάνομαι και εγώ ότι βρισκόμαστε μάρτυρες σε μία στροφή πολιτικής. Αλλά αυτό έχει τις αιτίες του. Είναι η αντίδραση των κοινωνιών σε κάποιες χώρες σε αυτό που εκλαμβάνουν και βιώνουν ως ανεξέλεγκτη μετανάστευση. Κι αυτό αποτέλεσμα συγκεκριμένων πολιτικών, συγκεκριμένων χωρών ήταν. Τώρα αυτή τη στιγμή βλέπουμε την αντίδραση η οποία οδηγεί στην πολιτική πίεση, η οποία οδηγεί σε αυτή τη στροφή που παρατηρούμε. Τα πράγματα βαίνουν προς αυστηροποίηση, αλλά ό,τι και να γίνει θα πρέπει να είναι συναπόφαση των ευρωπαίων εταίρων. Αν αρχίσει κάθε χώρα από μόνη της να κάνει τη δική της μεταναστευτική πολιτική, να κλείνει σύνορα, όπως ακούω, να εντείνει ελέγχους, να αυστηροποιεί τις διαδικασίες για το άσυλο, τότε θα δοκιμαστεί πολύ φοβούμαι, όχι μόνο το Ευρωπαϊκό Σύμφωνο για τη Μετανάστευση και το Άσυλο, αλλά η ίδια η ευρωπαϊκή συνοχή κι αυτό είναι κάτι το οποίο αποτελεί μεγάλο κίνδυνο στο πολύ σύνθετο, περίπλοκο και δυνητικά επικίνδυνο γεωπολιτικό περιβάλλον του σήμερα. Μπορούμε να συζητήσουμε κάποιες αποσπασματικές αλλαγές στο Ευρωπαϊκό Σύμφωνο για το άσυλο. Να αλλάξουμε τις διαδικασίες απονομής του ασύλου, να τις αυστηροποιήσουμε, να βάλουμε προϋποθέσεις, αλλά δεν μπορεί να το κάνει ο καθένας από μόνος του. Πρέπει να το συμφωνήσουμε καθήμενοι στο τραπέζι και αποφασίζοντας ως Ευρώπη, γιατί αλλιώς, κινδυνεύει να τιναχθεί στον αέρα όλο αυτό που χτίστηκε μέχρι τώρα. Αν αύριο παγιωθεί αυτό, ότι η Γερμανία εφαρμόζει αυστηρούς ελέγχους στα σύνορά της, και ακολουθήσει και η Ολλανδία και άλλες χώρες, ποιος θα μπορεί να κατηγορήσει την Ελλάδα για τις επαναπροωθήσεις, τα pushbacks; Θα πούμε ότι «Αυτό που κάνουμε, δεν είναι τίποτα διαφορετικό από την αυστηροποίηση των ελέγχων στα σύνορά μας, όπως κάνετε κι εσείς στα χερσαία σύνορα σας». Επομένως πρέπει να είμαστε πάρα πολύ προσεκτικοί εδώ. Η ισορροπία που έχουμε να τηρήσουμε εμείς είναι πολύ πιο λεπτή από αυτή που έχουν να τηρήσουν οι ευρωπαίοι εταίροι μας στα χερσαία σύνορα.
Στη στάση της Ελλάδας απέναντι στην Ευρώπη: Θεωρώ ότι ξεκινάει τώρα μια συζήτηση. Ξεκαθαρίσαμε τη στάση μας με τους Γερμανούς εταίρους πριν από 10 μέρες περίπου στο Βερολίνο. Νομίζω ότι από δω και πέρα στην πολιτική συζήτηση που γίνεται στην Ευρώπη, όταν μιλάμε για το μεταναστευτικό θα βάζουμε και προϋποθέσεις ασφαλείας, τόσο στα σύνορα όσο και στο εσωτερικό. Κι αυτό που γίνεται στη Γερμανία σήμερα, από κάποια βίαια επεισόδια, κάποια εγκλήματα που δημιούργησαν στην κοινή γνώμη την πεποίθηση ότι «πρέπει να τελειώνουμε με τους μετανάστες» ή ότι «η πολιτική των επιδομάτων έφερε όλους αυτούς που σήμερα διαπράττουν εγκλήματα στη χώρα μας», είναι αυτή η αίσθηση ακριβώς της ασφάλειας που έχει διαταραχθεί από κάποιους ελάχιστους, αλλά δεν φτάνει παρά ένας εγκληματίας, στο Σόλινγκεν, να σκοτώσει κόσμο συνολικά. Και βέβαια, επειδή έρχεται η Πολωνία στην Ευρωπαϊκή Προεδρία, το ζήτημα της ασφάλειας στα ευρωπαϊκά σύνορα μπορώ να σας το πω από τώρα ότι θα τεθεί στο τραπέζι με το “καλημέρα” της ανάληψης της πολωνικής Προεδρίας. Με τη λεπτή ισορροπία που πρέπει να τηρηθεί ώστε να σωθούν οι άνθρωποι που βρίσκονται σε κίνδυνο στη θάλασσα. Δεν το ξεχνάμε. Θέλει και ανθρωπισμό, αλλά ανθρωπισμό και για τις κοινωνίες τις ευρωπαϊκές, όχι μόνο για τους δυστυχείς αυτούς που έρχονται κυνηγημένοι από εμπόλεμες περιοχές. Ξέραμε το πρόβλημα, ήταν περίπλοκο και σύνθετο. Το μεταναστευτικό εξελίσσεται όμως σε μια βασική πρόκληση όχι μόνο για την Ελλάδα, όχι μόνο για την Ευρώπη. Εκτιμώ ότι είναι μια πρόκληση σύνθετη και περίπλοκη για τον δυτικό κόσμο. Και, όπως σας είπα, αισθανόμαστε ότι βρισκόμαστε μάρτυρες αυτή τη στιγμή μιας πολιτικής στροφής επί το αυστηρότερον. Αυτό που θέλουμε είναι να μπουν συγκεκριμένοι κανόνες έτσι ώστε να αντιμετωπιστεί η ανεξέλεγκτη παράνομη μετανάστευση. Οι νόμιμοι, ας πούμε, μετανάστευση με οργανωμένους κανόνες, θεωρώ ότι θα μπορούσε να λειτουργήσει ως αντίδοτο στην παράνομη μετανάστευση, όπως συνέβη με τους Έλληνες που μετανάστευσαν στη Γερμανία το ’50, προσκεκλημένοι για να κάνουν συγκεκριμένα πράγματα εκεί. Ενσωματώθηκαν, προσέφεραν, πρόκοψαν και αυτοί, αλλά με κανόνες και πάντα με νόμιμο τρόπο. Νομίζω ότι αν πάμε σε αυτή την κατεύθυνση θα βοηθήσουμε ώστε να ελεγχθεί το πρόβλημα και φυσικά το καλύτερο θα ήταν να βοηθήσουμε και τις χώρες οι οποίες τροφοδοτούν την παράνομη μετανάστευση, διότι πολύ απλά οι συνθήκες επιβίωσης εκεί είναι ανυπόφορες και σπρώχνουν τον κόσμο να πουλήσει ό,τι έχει και δεν έχει και να πάρει τη μεγάλη απόφαση και να πέσει στα χέρια παρανόμων διακινητών.