Πρέπει να τονιστεί πως η έννοια της αυτοδικίας είναι σαφώς διακριτή από αυτή της αυτοάμυνας και η πρώτη δεν αναγνωρίζεται σε καμία περίπτωση ως νόμιμη. Για την δε αυτοάμυνα η διάταξη το νόμου είναι αρκετά σαφής. Παραθέτουμε αυτολεξί το Άρθρο 22 του Ποινικού Κώδικα, που αναφέρεται στην περίπτωση της Άμυνας:

1. Δεν είναι άδικη η πράξη που τελείται σε περίπτωση άμυνας. 

2. Άμυνα είναι η αναγκαία προσβολή του επιτεθέμενου στην οποία προβαίνει το άτομο, για να υπερασπισθεί τον εαυτό του ή άλλον από άδικη και παρούσα επίθεση που στρέφεται εναντίον τους.

3. Το αναγκαίο μέτρο της άμυνας κρίνεται από το βαθμό επικινδυνότητας της επίθεσης, από το είδος της βλάβης που απειλούσε, από τον τρόπο και την ένταση της επίθεσης και από τις λοιπές περιστάσεις.

Σε κάθε εξεταζόμενη περίπτωση, αυτός που επικαλείται την κατάσταση της άμυνας οφείλει να αποδείξει πως δέχεται επίθεση και «ανταπαντά» σε επίθεση που βρίσκεται σε εξέλιξη. Η εκ των υστέρων επίθεση εμπίπτει μάλλον στην έννοια της «αυτοδικίας», καθώς δεν γίνεται με σκοπό αποτροπή της επίθεσης/βλάβης αλλά για λόγους αντεκδίκησης.

Τις περισσότερες παρανοήσεις και σημεία προστριβής συναντά η «αναγκαιότητα», με την οποία εισάγεται ένα κριτήριο αναλογικότητας στην χρήση βίας εκ μέρους του αμυνόμενου. Παραδείγματος χάρη, η χρήση όπλου απέναντι σε έναν εμφανώς άοπλο ληστή αποτελεί δυσανάλογο μέτρο αντιμετώπισης.

Σημαντική είναι και η παράμετρος του βαθμού επικινδυνότητας, καθώς αντιμετωπίζεται διαφορετικά π.χ η λεκτική προσβολή, η χειροδικία από την άμεση απειλή κατά της ζωής.

Στο άρθρο 23 άλλωστε αφήνεται ένα περιθώριο για την αντίδραση υπό καθεστώς μεγάλης ταραχής ή φόβου που θα μπορούσε να επικαλεστεί σε κάποιες ακραίες περιπτώσεις π.χ εισβολής την νύχτα όπου η ορατότητα είναι εξαιρετικά περιορισμένη και το περιβάλλον διαταράσσεται απότομα.

Άρθρο 23. Όποιος υπερβαίνει τα όρια της άμυνας  τιμωρείται, αν η υπέρβαση έγινε με πρόθεση, με ποινή ελαττωμένη άρθρο 83 του ποινικού κώδικα (λόγοι μείωσης της ποινής), και αν έγινε από αμέλεια, σύμφωνα με τις διατάξεις τις σχετικές με αυτήν. Μένει ατιμώρητος και δεν του καταλογίζεται η υπέρβαση, αν ενέργησε με αυτόν τον τρόπο εξαιτίας του φόβου η της ταραχής που του προκάλεσε η επίθεση. 

Τέλος, αξίζει να γίνει μνεία στο άρθρο 372 του ΠΚ που κάνει την ουσιαστική διάκριση μεταξύ κλοπής και της ληστείας με βασική διαφορά την χρήση ή την απειλή βίας (ληστεία) και την αφαίρεση αντικειμένου που βρίσκεται υπό την κατοχή άλλου, με σκοπό την παράνομη ιδιοποίηση.

Άλλες σχετικές διατάξεις:

Άρθρο 25 – Κατάσταση ανάγκης που αποκλείει το άδικο
Α. Δεν είναι άδικη η πράξη που τελεί κάποιος, για να αποτρέψει παρόντα και αναπότρεπτο με άλλα μέσα κίνδυνο, ο οποίος απειλεί το πρόσωπο ή την περιουσία του ίδιου ή κάποιου άλλου χωρίς δική του υπαιτιότητα, αν η βλάβη που προκλήθηκε, στον άλλο είναι σημαντικά κατώτερη κατά το είδος και τη σπουδαιότητα από τη βλάβη που Απειλήθηκε.

Β. Η προηγούμενη διάταξη δεν εφαρμόζεται σε όποιον έχει καθήκον να εκτεθεί στον απειλούμενο κίνδυνο.

Γ. Η διάταξη του άρθρου 23 έχει ανάλογη εφαρμογή και στην περίπτωση αυτού του άρθρου.

Άρθρο 32 – Κατάσταση ανάγκης που αποκλείει τον καταλογισμό
Α. Δεν καταλογίζεται στο δράστη η πράξη που τελεί για να αποτρέψει παρόντα και αναπότρεπτο με άλλα μέσα κίνδυνο ο οποίος απειλεί χωρίς δική του υπαιτιότητα το πρόσωπο ή την περιουσία του ίδιου ή συγγενούς του, ανιόντος ή κατιόντος ή αδελφού ή συζύγου του αν η βλάβη που προκλήθηκε στον άλλον από την πράξη είναι κατά το είδος και τη σπουδαιότητα ανάλογη με τη βλάβη που απειλήθηκε.

alfavita.gr