Αιμοδοσία είναι η διαδικασία λήψης αίματος ή επιμέρους συστατικών του από έναν αιμοδότη για κάποιον που το έχει ανάγκη (αιμολήπτης). Η αιμοδοσία στην Ελλάδα είναι μη αμειβόμενη και πραγματοποιείται είτε μέσω τραπεζών αίματος είτε εθελοντικά.

Τράπεζα αίματος θεωρείται ένας λογαριασμός πίστωσης αίματος σε νοσοκομείο, ο οποίος δημιουργείται νομικά και όσο αίμα δίνουν τα μέλη του, τόσο μπορεί να χρησιμοποιηθεί από τους υπεύθυνους της τράπεζας για οποιονδήποτε σκοπό επιθυμούν.

Εθελοντική αιμοδοσία ονομάζεται η δωρεά μονάδων αίματος σε ένα νοσοκομείο, ώστε αυτές να χρησιμοποιηθούν όπως κρίνουν καλύτερα οι γιατροί του. Κάθε εθελοντής αιμοδότης, αφού δώσει αίμα για πρώτη φορά, χορηγείται με μία κάρτα εθελοντή αιμοδότη η οποία περιέχει τα προσωπικά του στοιχεία, τον τύπο αίματος και το πότε, πού και πόσες φορές, έχει δώσει αίμα. Μέσω της κάρτας, ο εθελοντής αιμοδότης μπορεί να διαχειριστεί τις μονάδες αίματος του όπως επιθυμεί.

Από τις μικροχειρουργικές επεμβάσεις μέχρι τις πολύωρες επεμβάσεις, από την αιμοκάθαρση μέχρι τη μεσογειακή αναιμία, από τη χορήγηση λευκών αιμοσφαιρίων μέχρι τα τροχαία ατυχήματα, παντού χρειαζόμαστε μονάδες αίματος. Οι μονάδες που απαιτούνται για τις προηγούμενες ανάγκες δε μπορούν να παραχθούν με οποιονδήποτε τρόπο, παρά μόνο να ληφθούν μέσω αιμοληψίας.

Η Ελλάδα χρειάζεται ετησίως περίπου 650.000 μονάδες αίματος για να καλύψει τις ανάγκες της. Σύμφωνα με τα στοιχεία του Υπουργείου Υγείας, το 43% των αναγκών καλύπτουν οι Εθελοντές Αιμοδότες (αίμα Α’ διαλογής*), το 5% οι ένοπλες Δυνάμεις, το 2% ο Ελβετικός Ερυθρός Σταυρός (αγορά του ελληνικού κράτους) και το υπόλοιπο 50%, δυστυχώς, καλύπτεται μετά από ψυχολογικό πόλεμο και τεράστια πίεση προς συγγενείς και φίλους των ασθενών (αίμα Β’ διαλογής*).

Δίνοντας εθελοντικά αίμα, οι εθελοντές αιμοδότες μπορούν να βοηθήσουν να σωθούν έως και τρεις ζωές με μία μονάδα αίματος τους.